Αν «Επιμένουμε Ελληνικά» μπορεί να ωφελήσομε την ελληνική οικονομία με 10 δις ευρώ ετησίως.
Σε κείμενα μας αλλά και σε δημόσιες δηλώσεις στελεχών του «Επιμένων Ελληνικά», επισημαίνεται μεταξύ άλλων ότι, η επίμονη προτίμηση των ελληνικών προϊόντων και επιχειρήσεων από τους Έλληνες καταναλωτές, μπορεί να ωφελήσει την ελληνική οικονομία με 10 δις εκ. ευρώ. Το ποσό αυτό αντιστοιχεί στο μεγαλύτερο μέρος των απωλειών της ελληνικής οικονομίας από τις συνέπειες της πανδημίας.
Δεν είναι λίγοι εκείνοι που απορούν, αμφισβητούν ή και ειρωνεύονται την επισήμανση αυτή. Μας πως μπορεί να γίνει κάτι τέτοιο ρωτούν. Έχετε κάποιο μαγικό ραβδί ή έχετε βρει ένα «λεφτόδεντρο» από όπου θα τρυγήσουμε τόσα πολλά χρήματα ;
Τίποτα από όλα αυτά δεν συμβαίνει φυσικά. Ούτε μαγικές ιδιότητες διαθέτουμε, ούτε υπάρχουν κάποιες κρυφές συνταγές, παρόμοιες με τα δήθεν φάρμακα που κατά καιρούς διάφοροι κομπογιαννίτες δηλώνουν ότι θεραπεύουν όλες τις αρρώστιες.
Η απάντηση είναι πολύ περισσότερο απλή από όσο φαντάζεται κανείς. Στο σύνολο των 11 εκ. που κατοικούν στην Ελλάδα σήμερα, υπάρχουν περίπου 10 εκ. Έλληνες καταναλωτές όπου συμπεριλαμβάνονται όλες οι ηλικίες, από βρέφη μέχρι πολύ ηλικιωμένοι πολίτες.
Αν κάθε ένας από αυτούς τους 10 εκ. καταναλωτές, ο ίδιος ή εκπρόσωπός του, (πατέρας, μητέρα, γιος, αδερφός κλπ.), δαπανήσει 1.000 ευρώ το χρόνο σε αγορές ελληνικών προϊόντων που υποκαθιστούν αντίστοιχα εισαγόμενα, τότε το συνολικό έσοδο για την ελληνική οικονομία θα είναι 10 δις ευρώ ! Και οι αντίστοιχες θέσεις εργασίας που θα δημιουργηθούν θα αφορούν δεκάδες ή και εκατοντάδες χιλιάδες απασχολούμενους. Τόσο απλά!
Για τους λόγους αυτούς, Επιμένουμε Ελληνικά με τη λογική ενός αυτοεξυπηρετούμενου “οικονομικού πατριωτισμού”. Αγοράζουμε ελληνικά προϊόντα και υπηρεσίες και στηρίζουμε τις ελληνικές επιχειρήσεις, γιατί απλούστατα έτσι στηρίζουμε τη χώρα μας και τον εαυτό μας. Μένουμε σε αυτό το μεγάλο σπίτι την Ελλάδα και στηρίζουμε το σπίτι μας.
Κάθε ποσό χρημάτων που δαπανάμε σε εισαγόμενα, χάνεται από το σπίτι μας. Κλείνει ελληνικές επιχειρήσεις. Προσθέτει και άλλες ουρές ανέργων. Οδηγεί σε μεγαλύτερη φτώχεια, ανεργία, αδιέξοδα, απελπισία. Μας αναγκάζει να γινόμαστε επαίτες δανεικών από τους ξένους που μας μεταβάλλουν σε υποτελείς τους.
Κάθε ποσό χρημάτων που δαπανάμε για την αγορά ελληνικών προϊόντων και υπηρεσιών δίνει ανάσα ζωής σε ελληνικές επιχειρήσεις, δουλειές σε δικούς μας ανθρώπους, σε συμπολίτες, σε μέλη της οικογένειάς μας. Γι’ αυτό, όταν αγοράζουμε οτιδήποτε, αναζητούμε επίμονα τα ελληνικά προϊόντα.
Επιλέγουμε συνειδητά το γάλα, τα τυριά, το ρύζι, τα μακαρόνια, η σοκολάτα, τα μπισκότα, το κρέας, τα ρούχα, τα έπιπλα, τα μηχανήματα, τα φάρμακα, τον εξοπλισμό της κατοικίας ή της δουλειάς μας να είναι ελληνικά, εφ’ όσον υπάρχουν φυσικά.
Στα super market ψάχνουμε επίμονα τα ελληνικά προϊόντα και διαμαρτυρόμαστε στους υπεύθυνους όταν δεν τα βρίσκουμε ή είναι κρυμμένα στις προθήκες πίσω από τα αντίστοιχα ξένα. Περιορίζουμε όσο γίνεται τις αγορές εισαγόμενων. Γιατί όχι, αλλάζουμε και κάποιες συνήθειες. Μπορούμε λχ., να προτιμήσουμε το ελληνικό κρασί ή το τσίπουρο από τη βότκα!
Επιδιώκουμε να αγοράζουμε προϊόντα και υπηρεσίες από επιχειρήσεις που ανήκουν σε Έλληνες επιχειρηματίες και όχι σε πολυεθνικές. Και για τις διακοπές μας επιλέγουμε έναν προορισμό από τη μαγική μας χώρα, την ομορφότερη χώρα του κόσμου.
Τώρα μετά την πανδημία, αυτή η συνειδητή καταναλωτή συμπεριφορά είναι περισσότερο αναγκαία όσο ποτέ άλλοτε. Επιμένουμε Ελληνικά. Στηρίζουμε τις ελληνικές επιχειρήσεις, προϊόντα και υπηρεσίες. Στηρίζουμε το σπίτι μας που περνάει δύσκολες ώρες.
Στηρίζουμε τη χώρα αυτή, που όσο και αν μας πληγώνει ορισμένες φορές, είναι δική μας. Έρχεται από πολύ παλιά και έχει δικαίωμα να πάει μακριά στο μέλλον. Το οφείλουμε στον εαυτό μας και πάνω απ’ όλα στα παιδιά μας.
Και ας μη ρωτάμε μόνο τι κάνει η χώρα μας για εμάς, αλλά τι κάνουμε εμείς για τη χώρα μας.